Αρχική » Ο Τόπος μας » Ιστορία

Ιστορία

Ο Δήμος Λαγκαδά εκτείνεται σε περίπου 20 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Θεσσαλονίκης, καταλαμβάνοντας μεγάλο κομμάτι της λεκάνης του Λαγκαδά ή Μυγδονίας, όπως είναι αλλιώς γνωστός. Ο δήμος ανήκει στη γεωτεκτονική ζώνη της σερβομακεδονικής μάζας. Συγκεκριμένα, η περιοχή αποτελεί λεκάνη απορροής με χαμηλό υψόμετρο, η οποία περιβάλλεται από τα όρη Κερδύλια, Βερτίσκος, Χορτιάτης και Χολομώντας. Το μεγαλύτερο τμήμα της καλύπτεται από τις λίμνες Κορώνεια και Βόλβη, δυτικά και ανατολικά αντίστοιχα, ενώ μεγάλα ρέματα αναπτύσσονται σε όλη την περιοχή.

Προϊστορικοί Χρόνοι

Ενδείξεις κατοίκησης στην περιοχή του Δήμου Λαγκαδά εμφανίζονται ήδη από τη Νεολιθική περίοδο και υπάρχουν καθ’ όλη τη διάρκεια των Προϊστορικών χρόνων. Ο εντοπισμός, η ανασκαφή και η μελέτη των αρχαιολογικών θέσεων της περιοχής έχουν συμβάλει ιδιαίτερα στην ανασύνθεση του προϊστορικού τοπίου στην ευρύτερη κεντρική Μακεδονία.

Κατά την ανασκαφική δραστηριότητα, που διήρκεσε περισσότερο από μία δεκαετία, βρέθηκαν, αποκαταστάθηκαν και εκτέθηκαν στο μουσείο Φυσικής Ιστορίας Νέων Καλλινδοίων αρκετά απολιθώματα από οστά ζώων και, κυρίως, μεγάλων θηλαστικών, τα οποία χρονολογούνται 1.000.000 έως 2.000.000 χρόνια πριν.r.
Οι νεολιθικοί οικισμοί της περιοχής του Λαγκαδά
Σημάδια κατοίκησης στην περιοχή του Λαγκαδά εντοπίζονται τόσο σε πλαγιές και λόφους όσο και στον πεδινό χώρο γύρω από τις λίμνες. Η επιλογή του χώρου εγκατάστασης άλλαζε ανάλογα με τη χρονική περίοδο.
Οι οικισμοί της Εποχής του Χαλκού και της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου στην περιοχή του Λαγκαδά
Η Εποχή του Χαλκού χαρακτηρίζεται από έντονες αλλαγές σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, ο αριθμός των οικισμών στην κεντρική Μακεδονία μειώθηκε σημαντικά – είναι χαρακτηριστικό ότι από την περιοχή του Λαγκαδά απουσίαζαν σχεδόν εξ ολοκλήρου.
Οι έως τώρα έρευνες είναι κυρίως επιφανειακές ή έχουν περιοριστεί σε σύντομες σωστικές ανασκαφές, ενώ, με λίγες εξαιρέσεις, απουσιάζουν η συστηματική ανασκαφή και η μελέτη του υλικού των αναγνωρισμένων αρχαιολογικών θέσεων. Ως εκ τούτου, οι πληροφορίες και τα δεδομένα που έχουμε συλλέξει είναι αποσπασματικά και τα συμπεράσματά μας επισφαλή. Πιθανόν οι μελλοντικές έρευνες και η τεκμηριωμένη μελέτη του αρχαιολογικού υλικού να οδηγήσουν την ανασύνθεση του παρελθόντος στην περιοχή σε άλλα μονοπάτια.

Αρχαιότητα

Η περιοχή την οποία καταλαμβάνει σήμερα ο γεωγραφικός χώρος του Δήμου Λαγκαδά αντιστοιχούσε σε τμήματα τριών επικρατειών της αρχαίας Μακεδονίας: της Μυγδονίας, της Κρηστωνίας και της Βισαλτίας. Συγκεκριμένα, το βορειοδυτικό τμήμα του δήμου ήταν η σημερινή περιοχή της Κρηστωνίας, το βορειοανατολικό η Βισαλτία και το νοτιότερο, το οποίο περιλαμβάνει και τη λίμνη Κορώνεια (λίμνη του Λαγκαδά), ανήκε στη Μυγδονία.
Η Κρηστωνία ήταν μια ιδιαίτερα εύφορη περιοχή, η οποία συνόρευε στα δυτικά με την Αμφαξίτιδα, στα ανατολικά με τη Βισαλτία και προς τον Νότο με τη γη της Μυγδονίας. Στο λεκανοπέδιό της καλλιεργούνταν συκιές, αμπέλια και ελιές, ενώ οι πλούσιοι βοσκότοποί της την καθιστούσαν ιδανική για κτηνοτροφία (αιγοπρόβατα και βοοειδή). Αυτόν τον φυσικό πλούτο κατέκτησαν οι Μακεδόνες την περίοδο που ηγεμόνευε ο Αλέξανδρος Α΄ (495- 450 π.Χ.), ύστερα από την ήττα των Περσών κατά τον δεύτερο Περσικό πόλεμο, το 479 π.Χ. Ο ντόπιος πληθυσμός των Κρηστωνών δεν εκδιώχθηκε από τα κατακτημένα εδάφη, όπως συνέβη στην περίπτωση των Βοττιαίων, των Πιέρων και των Ηδωνών ή Μυγδόνων, αλλά ενσωματώθηκε στο μακεδονικό βασίλειο.
Η ανασκαφή στις Τούμπες έλαβε χώρα το 1922, με πρωτοβουλία της κοινότητας Καλαμωτού. Στη διάρκειά της έγινε δοκιμαστική τομή σε καθεμιά. Η αβαφής κεραμική, που εντοπίστηκε σε αποθεματικούς λάκκους, ενέταξε την αρχαιότερη φάση της τομής στην Ύστερη Νεολιθική Περίοδο και την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού. Η επόμενη φάση κατοίκησης τοποθετήθηκε στην Εποχή του Σιδήρου.
Σε απόσταση περίπου ενός (1) χιλιομέτρου από την περιοχή Τούμπες και 500 μέτρα νότια του Καλαμωτού βρίσκεται ο θαλαμωτός τάφος του Καλαμωτού ή των Καλινδοίων. Η ανασκαφή του ξεκίνησε έπειτα από πληροφορίες περί τυμβωρυχίας από τους κατοίκους. Κατά την ανασκαφική διαδικασία επιβεβαιώθηκαν επεμβάσεις τυμβωρύχων ήδη από την αρχαιότητα. Το κτίσμα παρουσιάζει ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, καθώς διαφέρει από τον τυπικό θαλαμωτό τάφο της περιόδου. Το μέγιστο μήκος του είναι 6,5 μέτρα και το μέγιστο πλάτος του 3,15 μέτρα.

Βυζαντινοί Χρόνοι

Στην Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, ο Λαγκαδάς αποτέλεσε τμήμα της επαρχίας της Μακεδονίας και της διοίκησής της, που υπαγόταν στη νέα επαρχότητα του Ιλλυρικού, ως τμήμα της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

Η ιστορία και η εξέλιξη της περιοχής ήταν άμεσα συνδεδεμένες με την πόλη της Θεσσαλονίκης, καθώς είχε στρατηγική σημασία, διότι αποτελούσε το πέρασμα και την είσοδο στην πόλη.
Στα τέλη του 6ου μ.Χ. αιώνα ξεκίνησαν οι σλαβικές επιδρομές και εγκαταστάσεις στον χώρο της Μακεδονίας. Στην ευρύτερη περιοχή του Λαγκαδά διέμειναν οι Ρυγχίνοι, οι οποίοι ήταν ένα κελτοβλάχικο φύλο το οποίο συμπαρέσυρε η κάθοδος των Σλάβων, γι’ αυτό σε μεταγενέστερα κείμενα αναφέρονται ως Βλαχορυγχίνοι. Από τα τέλη του 8ου μ.Χ. αιώνα έως τις αρχές του 9ου μ.Χ. αιώνα αναπτύχθηκε το θεματικό σύστημα και σχηματίστηκε το Θέμα της Θεσσαλονίκης, το οποίο περιελάμβανε την πρώην επαρχότητα του Ιλλυρικού. Η περιοχή του Λαγκαδά περιήλθε στο εν λόγω θέμα, το οποίο εκτεινόταν από τον ποταμό Στρυμόνα έως την οροσειρά της Πίνδου.
Επιπλέον, η πεδιάδα του Λαγκαδά αποτέλεσε την έδρα των πολυάριθμων στρατιωτικών δυνάμεων του Τούρκου σουλτάνου Μουράτ Β΄, πριν αυτός επιτεθεί εναντίον της Θεσσαλονίκης, γεγονός που οδήγησε στην τελική άλωση της πόλης το 1430, μετά την κατάληψή του από τους Τούρκους, ο Λαγκαδάς μετονομάστηκε σε Λαγκαζαντά και, σύμφωνα με τα οθωμανικά φιρμάνια, αποτελούσε σημαντική έδρα πολιτικών και στρατιωτικών Αρχών.
Τα βυζαντινά λουτρά είναι μνημεία που χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα. Γενικά, τα λουτρά κατά τη Βυζαντινή περίοδο ήταν δημόσια κτίρια, γνωστά ως «βαλανεία», και συνδέονταν άμεσα με τη ζωή των κατοίκων, αποτελώντας, σύμφωνα με τον Προκόπιο, ιδιαίτερο γνώρισμα μιας πόλης.
Στα λουτρά του Λαγκαδά, τα οποία λειτουργούν μέχρι σήμερα, προσελκύοντας ντόπιους και ξένους επισκέπτες κάθε χρόνο, υπάρχουν δύο ομαδικοί βυζαντινοί λουτήρες: ο ένας, σύμφωνα με τις πηγές, κατασκευάστηκε το 900 μ.Χ. από τον γιατρό Ιουστινιανό και διατηρεί τις μαρμάρινες βρύσες και τη θολωτή σκέπη του, και ο άλλος, του 1400, έχει μαρμάρινη επένδυση.
Στη νότια όχθη της λίμνης Κορώνειας, σε περίοπτη θέση, υψώνεται ο βυζαντινός πύργος του Αγίου Βασιλείου, ο οποίος πήρε το όνομά του από την ομώνυμη περιοχή. Ο πύργος σώζεται σε ύψος 14,40 μέτρων και έχει τετράγωνη κάτοψη, ενώ ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της τυπολογίας του είναι οι τέσσερις, ανά πλευρά, εξωτερικές αντηρίδες, που υψώνονται κατά μήκος του κτίσματος, εξασφαλίζοντάς του μεγαλύτερη στατικότητα. Αρχικά είχε υποστηριχθεί ότι αποτελούσε τμήμα ενός ευρύτερου συνόλου οχυρωματικών έργων γύρω από τη Θεσσαλονίκη με αμυντικό χαρακτήρα. Ωστόσο η χρήση του πύργου πιθανόν συνδεόταν με την οικονομική δραστηριότητα της λίμνης και της γύρω περιοχής, λειτουργώντας μάλλον ως χώρος αποθήκευσης προϊόντων με σκοπό τη διακίνησή τους στην αγορά της Θεσσαλονίκης.

Από την Οθωμανοκρατία έως τη Μάχη του Λαχανα

Η κατάκτηση της Μακεδονίας από τους Τούρκους άρχισε το τελευταίο τέταρτο του 14ου αιώνα και ολοκληρώθηκε τις πρώτες δεκαετίες του 15ου αιώνα.
Η δεύτερη και οριστική πτώση της πόλης της Θεσσαλονίκης και των γύρω μικρότερων οικισμών στους Οθωμανούς, τον Μάρτιο του 1430, μετέβαλε σε μεγάλο βαθμό τα δεδομένα στην περιοχή.

Ο οθωμανικός στρατός, μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης, στράφηκε προς τα περίχωρα και τους οικισμούς γύρω από την πόλη. Πολλοί οικισμοί εγκαταλείφθηκαν και ερήμωσαν, ενώ με την πάροδο του χρόνου αναπτύχθηκαν νέοι σε ορεινά εδάφη, δυσπρόσιτα για τις οθωμανικές Αρχές.
Επανάσταση
Η πιο ένδοξη στιγμή στην ιστορία της περιοχής κατά την Οθωμανική εποχή αποτελεί αδιαμφισβήτητα η συμμετοχή του ελληνικού πληθυσμού στην πρώτη φάση της Επανάστασης του 1821. Η εξέγερση της Χαλκιδικής προσέφερε πολλά στην εξέλιξη της Επανάστασης του 1821. Ο Λαγκαδάς και τα υπόλοιπα μεγάλα χωριά γύρω του δεν υπήρξαν αμέτοχα στη διάρκεια της εξέγερσης. Η επαναστατική δράση του Παπά γρήγορα εξαπλώθηκε και στην περιφέρεια του Λαγκαδά. Οθωμανικά έγγραφα αποδεικνύουν τη συμμετοχή της πόλης του Λαγκαδά στην Επανάσταση του 1821. Ένα μέρος του πληθυσμού σφαγιάστηκε, άλλοι εξανδραποδίστηκαν. Η αιματηρή καταστολή της Επανάστασης του 1821 στη Μακεδονία έμεινε γνωστή ως «χαλασμός». Μετά το τέλος της Επανάστασης στη Χαλκιδική, τα περισσότερα χωριά της ευρύτερης περιοχής του Λαγκαδά παρήκμασαν πληθυσμιακά και η αγροτική παραγωγή περιορίστηκε ή εκμηδενίστηκε.
Μετά την Επανάσταση
Μετά την Επανάσταση, οι χριστιανοί κάτοικοι της επαρχίας του Λαγκαδά επιχείρησαν να ανασυστήσουν τους οικισμούς τους. Από τα μέσα του 19ου αιώνα εξομαλύνθηκε κάπως η κατάσταση και σημειώθηκε μια σχετική βελτίωση στις συνθήκες διαβίωσης. Οι μεταρρυθμίσεις της οθωμανικής διοίκησης, οι νόμοι των Τανζιμάτ από το 1839, η βαθμιαία παρακμή της αυτοκρατορίας, η σταδιακή αφύπνιση της εθνικής συνείδησης των υποδούλων και η ένταση των εθνικών ανταγωνισμών έφεραν νέα δεδομένα στην περιοχή της Μακεδονίας από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Ο Λαγκαδάς, όπως και η ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας, βρέθηκε στο επίκεντρο συγκρούσεων και ανταγωνισμού μεταξύ των βαλκανικών κρατών. Η μακεδονική επικράτεια επηρεάστηκε ειδικότερα από την ελληνοβουλγαρική διαμάχη εν όψει της κατάρρευσης της οθωμανικής εξουσίας.
Μακεδονικός Αγώνας (1904-1908)
Στις αρχές του 20ού αιώνα, οι κάτοικοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με τα δεινά και τις περιπέτειες που προκάλεσαν οι συγκρούσεις του Μακεδονικού Αγώνα στην περιοχή. Οι κάτοικοι του Λαγκαδά συμμετείχαν ενεργά στον Μακεδονικό Αγώνα. Πολλοί Λαγκαδιώτες λειτούργησαν ως σύνδεσμοι και οδηγοί, βοήθησαν τους αντάρτες προσφέροντας καταφύγιο και όπλα, ενώ δημιούργησαν και οι ίδιοι ένοπλα τμήματα. Στην περιοχή του Λαγκαδά ανέπτυξαν δραστηριότητα τρία ισχυρά ελληνικά ένοπλα σώματα. Γενικά, στην περιφέρεια Λαγκαδά, παρά την προσπάθεια του Βουλγαρικού Κομιτάτου, η επιρροή της Εξαρχίας και του βουλγαρικού εθνικισμού δεν ευδοκίμησε. Το κίνημα των Νεοτούρκων, τον Ιούλιο του 1908, προκάλεσε τη μείωση της ελληνοβουλγαρικής έντασης μπροστά στον κοινό κίνδυνο και σήμανε τη λήξη του Μακεδονικού Αγώνα.
Μακεδονικός Αγώνας
Απελευθέρωση – Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913)
Υπό ελληνική κυριαρχία ο Λαγκαδάς πέρασε επίσημα όταν τμήμα ιππικού εισήλθε στην πόλη στις 26 Οκτωβρίου 1912, ενώ ήδη βρισκόταν εκεί η ένοπλη ομάδα του Γ. Ράμναλη, η οποία από τις 24 Οκτωβρίου είχε ουσιαστικά απελευθερώσει τον Λαγκαδά. Παρ’ όλα αυτά, τα βουλγαρικά στρατεύματα παρέμεναν κοντά στον Λαγκαδά. Στις 24 Οκτωβρίου, η Όσσα αποτίναξε τον οθωμανικό ζυγό και κατέκτησε την πολυπόθητη ελευθερία, χάρη στην τολμηρή δραστηριότητα των εθελοντών αξιωματικών και των μακεδονομάχων προσκόπων, υπό την ηγεσία του ταγματάρχη Κ. Μαζαράκη. Οι επιθέσεις των Βουλγάρων στα χωριά της περιοχής προκάλεσαν την ελληνική αντεπίθεση. Οι πολεμικές εξελίξεις οδήγησαν στη μάχη του Κιλκίς - Λαχανά, η οποία υπήρξε καθοριστική για την έκβαση του πολέμου.
Η Μάχη του Λαχανά (1913)
Η μάχη του Λαχανά, που διεξήχθη στις 19-21 Ιουνίου 1913, υπήρξε από τις σημαντικότερες της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας. Οι Βούλγαροι επέλεξαν ως αμυντική γραμμή και εγκατέστησαν τον όγκο των δυνάμεών τους στη συγκεκριμένη τοποθεσία, επειδή η μορφολογία του εδάφους προσφέρεται για αποτελεσματικό αμυντικό αγώνα, ενώ ταυτόχρονα παρέχει στον αμυνόμενο άριστη παρατήρηση και εκτεταμένα πεδία βολής. Η μάχη του Κιλκίς - Λαχανά υπήρξε από τις φονικότερες της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας. Οι συνολικές απώλειες του ελληνικού στρατού ήταν 8.828 νεκροί και τραυματίες, μεταξύ των οποίων και 10 διοικητές ταγμάτων και συνταγμάτων. Η νίκη στον Λαχανά υπήρξε καθοριστική για την έκβαση του πολέμου. Η μάχη του Λαχανά, σε συνδυασμό με τη μάχη του Κιλκίς (19-21 Ιουνίου), επέφερε τη βουλγαρική ήττα και επισφράγισε ουσιαστικά το τέλος του Β΄ Βαλκανικού πολέμου. Ο ελληνικός στρατός συνέχισε τη νικηφόρα πορεία του. Περίπου έναν μήνα μετά τη μάχη του Λαχανά, στις 28 Ιουλίου 1913, υπεγράφη η Συνθήκη του Βουκουρεστίου, η οποία απέδωσε στην Ελλάδα μεγάλο μέρος της Μακεδονίας, στο οποίο συμπεριλαμβανόταν και η ευρύτερη περιοχή του Λαγκαδά.
Η Μάχη του Λαχανά

Από την Ενσωμάτωση στην Ελλάδα έως τη Μεταπολίτευση

Στις 27 Οκτωβρίου 1912, ο λαός της ευρύτερης περιοχής του Λαγκαδά πανηγύριζε την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό και η πόλη δοξολογούσε πανδημεί στον ναό της Αγίας Παρασκευής.

Ο Α΄ Βαλκανικός πόλεμος έληξε επίσημα με τη Συνθήκη του Λονδίνου τον Μάιο του 1913. Η αποφασιστικής σημασίας μάχη του Κιλκίς - Λαχανά (19-21 Ιουνίου 1913) απέβη νικηφόρα για τα ελληνικά στρατεύματα.
Εκπαίδευση
Το Ημιγυμνάσιο Λαγκαδά ιδρύθηκε το 1914, με πρωτοβουλία του Ηλία Γεωργιάδη (1865-1956), καθηγητή Φιλολογίας, μίας από τις εμβληματικότερες μορφές των γραμμάτων της περιοχής.
Πρόσφυγες
Η εύφορη πεδιάδα του Λαγκαδά, με την ομώνυμη λίμνη, τον χείμαρρο Μπογδάνα και τις πλούσιες βροχοπτώσεις, ήταν κατάλληλη για αγροτικές δραστηριότητες και ιδανική για την εγκατάσταση των προσφύγων. Η πλειονότητα των τελευταίων ασχολήθηκε με τη γεωργική καλλιέργεια, ενώ για την αγροτική αποκατάσταση διανεμήθηκαν τόσο γη και γεωργικά εργαλεία όσο και ζώα και ζωοτροφές. Σύμφωνα με την απογραφή του 1928, από το 1921 έως το 1924 είχαν έρθει στην Ελλάδα 1.221.849 άνθρωποι, εκ των οποίων 151.892 το 1921-1922 και 1.069.957 μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Το 51,3% των προσφύγων (626.954) εγκαταστάθηκε στη Μακεδονία. Η ευρύτερη περιοχή του Λαγκαδά υποδέχθηκε πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, τη Μικρά Ασία και τον Πόντο.
Ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος
Τη Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 1940 χτυπούσαν επίμονα οι καμπάνες σε όλη την επαρχία του Λαγκαδά, καθώς κηρύχθηκε γενική επιστράτευση. Οι άνδρες προετοιμάστηκαν γρήγορα και κατευθύνθηκαν στην αγορά. Εκεί υπήρχαν φορτηγά και λεωφορεία για να τους μεταφέρουν στις μονάδες κατάταξης. Στις 29 Οκτωβρίου, οι άνδρες της Ξυλόπολης ξεκίνησαν και αυτοί για να καταταγούν στον 1ο Λόχο του 13ου Συντάγματος Πεζικού. Οι άνδρες του Λαγκαδά, της Ξυλόπολης και των γύρω περιοχών εκπλήρωσαν με τον πλέον γενναίο τρόπο το καθήκον τους στην πατρίδα: άλλοι δεν γύρισαν ποτέ πίσω, αφήνοντας την τελευταία τους πνοή στον βωμό της ελευθερίας, και άλλοι επέστρεψαν λαβωμένοι.
Μακεδονικός Αγώνας
Κατοχή
Στον Λαγκαδά έδρευε μεραρχία με 13.648 στρατιώτες. Από τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου οι Βούλγαροι αποδείχτηκαν ακόμη πιο βίαιοι από τους ναζί, αναβιώνοντας την έχθρα των Βαλκανικών πολέμων: απειλούσαν, εκφόβιζαν, εκβίαζαν, πραγματοποιούσαν ομαδικές εκτελέσεις. Την 1η Αυγούστου 1944 τέθηκε σε εφαρμογή γερμανικό μπλόκο στον Λαγκαδά. Γκεσταπίτες και Βούλγαροι ξεχύθηκαν στο ζωοπάζαρο, όπου προκάλεσαν καταστροφές.

Η δραστήρια εβραϊκή κοινότητα του Λαγκαδά, μετρούσε περίπου 160 άτομα, τα οποία απασχολούνταν με το εμπόριο ώσπου σε μία ημέρα έκλεισαν όλα τα μαγαζιά των εβραϊκής καταγωγής κατοίκων και δεν ξανάνοιξαν. Υποχρεώθηκαν, δε, να κυκλοφορούν με ένα μεγάλο κίτρινο αστέρι και, ακολούθως, μεταφέρθηκαν στη Γερμανία, απ’ όπου δεν επέστρεψαν.
Η Μάχη του Λαχανά
Οι ανταρτικές ομάδες στον Λαγκαδά
Στην ευρύτερη περιοχή του Λαγκαδά δρούσαν ανταρτικές ομάδες, τις οποίες συχνά βοηθούσαν οι κάτοικοι της περιοχής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η ενέδρα κατά των ναζί, στις 22 Σεπτεμβρίου 1941, ανάμεσα στα χωριά Λαχανάς και Ευαγγελίστρια, όπου αντάρτες επιτέθηκαν σε δύο Γερμανούς στρατιώτες. Το 1945 ιδρύθηκε ο Σύλλογος Αγωνιστών Απελευθερωτικού Αγώνα 1941-1945 ΕΛΑΣ Λαγκαδά. Στις 27 Οκτωβρίου 1944, τα κατοχικά στρατεύματα εγκατέλειψαν την περιοχή του Λαγκαδά, αφού πρώτα ανατίναξαν τη γέφυρα. Την επομένη, η πόλη πανηγύρισε στον ναό της Αγίας Παρασκευής την απελευθέρωσή της.
Η Μάχη του Λαχανά
© 2024 Δήμος Λαγκαδά. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος
Development by